Γράφει η Candy White
Πρόσφατα ξεκίνησα καινούρια δουλειά σε ένα εστιατόριο. Όπως σας έχω ήδη γράψει στο πρώτο μου ποστ, δουλεύω ως μαγείρισσα εδώ και πολλά χρόνια, ενώ το τελευταίο διάστημα το κάνω και για να καλύψω τα έξοδα του μεταπτυχιακού μου. Είμαι επαγγελματίας μαγείρισσα, με πάνω από 15 χρόνια προϋπηρεσία. Στην καινούρια μου δουλειά μου πρόσφεραν σύμβαση μηδενικού ωραρίου. Είναι της μόδας οι συμβάσεις αυτές στην Ολλανδία, εδώ και χρόνια, κι έτσι σκέφτηκα πως δεν έχω άλλη επιλογή από το να ακολουθήσω κι εγώ την τάση αυτή και να υπογράψω. Προς μεγάλη μου έκπληξη γνώρισα έναν συνάδελφο που δούλευε στο εστιατόριο ως freelancer, δηλάδη ως ελεύθερος επαγγελματίας. Όλα μου τα χρόνια σε αυτό το επάγγελμα, δεν έτυχε να γνωρίσω ποτέ έναν freelance μάγειρα. Στο ίδιο εστιατόριο γνώρισα και την κοπέλα ενός συναδέλφου, η οποία δουλεύει freelance ως κομμώτρια, νοικιάζει δηλαδή μια θέση σε ένα κομμωτήριο.
Στο νεοφιλελεύθερο περιβάλλον που ζούμε, βλέπουμε ότι το κράτος πρόνοιας που παρέχει στους υπαλλήλους και το μόνιμο προσωπικό εταιριών κοινωνική ασφάλιση και άλλες παροχές, δίνει σταθερά τη θέση του σε ένα νέο κόνσεπτ, σύμφωνα με το οποίο το κράτος αφήνει μόνους και απροστάτευτους τους εργαζόμενους, βορά στις ορέξεις των αφεντικών. Τα περιθώρια επιλογής είναι πλέον θεόστενα. Καλούμαστε να επιλέξουμε ανάμεσα στην «Σκύλλα και τη Χάρυβδη», μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Από τη μία έχουμε τις συμβάσεις μηδενικών ωρών, με τις οποίες υποκαθίσταται το μόνιμο προσωπικό, παραβιάζονται τα εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων και δεν εξασφαλίζεται σταθερό εισόδημα – και από την άλλη έχουμε το freelancing. Ας μείνουμε για λίγο στην επιλογή του ελεύθερου επαγγελματία, μιας και οι παρενέργειες από τις συμβάσεις μηδενικών ωρών είναι λίγο πολύ γνωστές.
Ως ελεύθερος επαγγελματίας, υποτίθεται ότι κερδίζεις περισσότερα, ότι έχεις αυτονομία στη δουλειά σου, ότι μπορείς να επιλέξεις μόνος σου το πως θα εργασθείς, και ότι είσαι εντελει αφεντικό του εαυτού σου. Τί το μεμπτό έχει το freelancing λοιπόν; Αν το δει κανείς ιστορικά, το να δουλεύει κανείς ως ελεύθερος επαγγελματίας δεν είναι κάτι καινούριο. Το freelancing υπήρξε ανεκαθεν μία μορφή εργασίας αρκετά διαδεδομένη στην κοινωνία, αφορούσε όμως κυρίως άλλου είδους επαγγέλματα και υπηρεσίες. Κλασσικά παραδείγματα ελευθερων επαγγελματιών είναι λόγου χάρη οι έμποροι, οι δικηγόροι ή οι καλλιτέχνες. Παρατηρώ όμως ότι τα τελευταία χρόνια το freelancing εξαπλώνεται σε όλα τα επίπεδα και σε επαγγέλματα που παραδοσιακά δεν εξασκούνταν από freelancers.
Υπάρχει κάτι που με απασχολεί όταν σκέφτομαι την περίπτωση της freelance κομμώτριας και του freelance μάγειρα. Με δεδομένο ότι πληρώνονται την κάθε ώρα εργασίας σχετικά λιγότερο από ότι ένας δικηγόρος φερ’ ειπείν, φαίνεται πως χάνουν και στον τομέα των εργασιακών δικαιωμάτων πρόνοιας. Δεν μπορούν πλέον να διεκδικήσουν ταμείο ανεργίας. Αν για παράδειγμα είσαι μάγειρας, και, για τον οποιδήποτε λόγο, είτε λόγω ασθένειας, είτε κακοτυχίας ή από κάποιον άλλον αδιευκρίνιστο παράγοντα, δεν μπορείς να εργασθείς, τότε δεν έχεις πλέον καμία βοήθεια, δεν δικαιούσαι να λάβεις επίδομα ανεργίας, άρα δεν έχεις να παίρνεις τίποτα. Ανεξάρτητα από το αν μπορείς να δουλέψεις ή όχι, ανεξάρτητα από το αν έχεις δουλειά ή όχι, υπάρχουν μια σειρά από μηνιαία έξοδα που πρέπει να καλύψεις. Πώς όμως θα τα καλύψεις, αν τυχαίνει να μην έχεις δουλειά; Το αντεπιχείρημα εδώ είναι ότι ως ελεύθερος επαγγελματίας πληρώνεσαι περισσότερα από ότι ένας μισθωτός. Ακόμα και έτσι να είναι, πληρώνεσαι αρκετά για να μπορείς να συντηρήσεις τον εαυτό σου για μεγάλο χρονικό διάστημα; Είναι όσα βγάζεις αρκετά για να καλύψουν την ασφάλεια σου, ή τα έξοδα σου σε περίπτωση ανεργίας; Από όσο γνωρίζω από άλλους freelancers, τα ασφαλιστικά πακέτα για freelancers κοστίζουν πολύ ακριβά. Μ’ αυτά και μ’ αυτά, η όποια οικονομική σου σταθερότητα μοιάζει να υπονομεύεται συνεχώς. Και την ίδια στιγμή, τα όποια επιπλέον χρήματα μπορεί να βγάζεις ως ελεύθερος επαγγελματίας, προορίζονται για την «κάβα» που πρέπει να έχεις στην τράπεζα για να μπορείς να ζήσεις όταν οι συνθήκες δυσκολεύουν. Όλα αυτά αυξάνουν το στρες επιβίωσης – μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα με τόσο άγχος και τόση αβεβαιότητα;
Αυτό που παρατηρώ, με τη ματιά ενός κοινωνιολόγου, είναι μια σειρά από σημάδια που δείχνουν πως η κοινωνία μας απομακρύνεται από την εποχή όπου το κράτος (στην Ευρώπη τουλάχιστον) ήταν πρόθυμο να εξασφαλίσει συνθήκες κοινωνικής πρόνοιας για όλους τους εργαζόμενους. Η έννοια της αλληλεγγύης υπήρξε, μέχρι πρόσφατα, θεμελιώδης για την σταθερότητα και την αρμονία σε ανεπτυγμένες κοινωνίες όπως είναι η ολλανδική. Αν όμως τώρα αρκετοί πολίτες δεν έχουν να λαμβάνουν καμία βοήθεια, καμία πρόνοια από το κράτος, η έννοια της αλληλέγγυης πλήττεται βαθύτατα, και ο κοινωνικός ιστός κινδυνεύει να διαλυθεί.
Αυτό που προμηνύεται, λοιπόν, για το μέλλον, είναι το ότι μπαίνουμε σε μια νέα εποχή, όπου οι άνθρωποι αναγκάζονται να ανταγωνίζονται σκληρά ο ένας με τον άλλο, με σκοπό να εξασφαλίσουν ένα μίνιμουμ οικονομικής ασφάλειας και σταθερότητας για τον εαυτό τους. Βλέπω την έννοια του ανταγωνισμού να ανάγεται σε υπέρτατη αξία. Βλέπω μια ανταγωνιστική κοινωνία να εδραιώνεται. Δημιουργεί όμως ο ανταγωνισμός τις απαραίτητες συνθήκες για να αναπτυχθεί μια κοινωνία με τρόπο που να εξασφαλίζει αρμονικές σχέσεις μεταξύ των πολιτών και να περιορίζει το στρες της επιβίωσης;
Αυτό που μπορώ να συμπεράνω είναι ότι η κοινωνική πρόνοια που παρέχεται σε όλους συμβάλλει στις αρμονικές κοινωνικές σχέσεις, ενώ η ανασφάλεια και το στρες μας φέρνουν πιο κοντά στο νόμο της ζούγκλας, που δεν είναι άλλος από το νόμο του ισχυρότερου. Οδεύουμε άρα ολοταχώς προς τα πίσω, προς ένα μεσαιωνικό κοινωνικό μοντέλο, όπου ισχύει το «ο θάνατος σου, η ζωή μου;» Είναι αυτό η πρόοδος που επιδιώκουμε; Μπορούμε να κάνουμε κάτι για να βελτιώσουμε και να διασφαλίσουμε τα εργασιακά μας δικαιώματα, ή μήπως να αφεθούμε ολοκληρωτικά και ανεμπόδιστα στις ορέξεις των ισχυρότερων;
Πολύ επικαιρο!!