Η κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η περιβαλλοντική καταστροφή – ακόμη και η άνοδος του Donald Trump – είναι όλα φαινόμενα που συνδέονται με την επικράτηση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου. Γιατί η αριστερά δεν μπορεί να δώσει εναλλακτική λύση;
(του George Monbiot / The Guardian)
Νεοφιλελευθερισμός: γνωρίζουμε τί ακριβώς είναι; Τι σημαίνει; Τι κρύβεται πίσω από τον όρο;
Αυτή η “ανωνυμία” που χαρακτηρίζει το νεοφιλελευθερισμό είναι μαζί και σύμπτωμα και η πηγή της δύναμής του. Ο νεοφιλελευθερισμός έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σε πολλές και διαφορετικών ειδών κρίσεις: έχει βάλει το χεράκι του και στην οικονομική κατάρρευση του 2007-8, και στη μετεγκατάσταση του πλούτου σε υπεράκτιους παραδείσους (τα Panama Papers μας πρόσφεραν απλά μια μικρή γεύση από την τεράστια μπίζνα της φοροδιαφυγής). Ο νεοφιλελευθερισμός ευθύνεται για την αργή κατάρρευση της δημόσιας υγείας και της εκπαίδευσης, για την αναζωπύρωση της παιδικής φτώχειας, για την επιδημία της μοναξιάς που κατατρέχει το σύγχρονο άνθρωπο, για την κατάρρευση του οικοσυστήματος – ακόμα και για την άνοδο της φασιστικής ρητορικής, βλέπε την πέραση του ακροδεξιού Donald Trump. Το περίεργο είναι ότι αντιδρούμε σε αυτές τις κρίσεις σαν να εμφανίζονται από το πουθενά, με παρθενογένεση – χωρίς να αντιλαμβανόμαστε ότι οι κρίσεις αυτές έχουν “μαγειρευτεί” ή έχουν επιδεινωθεί χάρη στην ίδια συνεκτική φιλοσοφία – μια φιλοσοφία που έχει – ή είχε – ένα όνομα. Υπάρχει μεγαλύτερη δύναμη από το να λειτουργείς ανώνυμα;
Η ανισότητα επαναδιατυπώνεται και πλασάρεται ως αρετή. Η αγορά εξασφαλίζει ότι ο καθένας παίρνει αυτό που του αξίζει. Σύμφωνα με τη φιλοσοφία του νεοφιλελευθερισμού, ο ανταγωνισμός είναι το χαρακτηριστικό που καθορίζει τις ανθρώπινες σχέσεις όσο τίποτε άλλο. Ο νεοφιλελευθερισμός επαναπροσδιορίζει τους πολίτες ως καταναλωτές, οι οποίοι εξαντλούν τις δημοκρατικές τους επιλογές αποκλειστικά στο τι θα αγοράσουν και τι θα πουλήσουν – μια διαδικασία που ανταμείβει την αξία και τιμωρεί την αναποτελεσματικότητα.
Όσες προσπάθειες καταβάλλονται για τον περιορισμό του ανταγωνισμού αντιμετωπίζονται ως εχθρικές προς την ελευθερία. Το δόγμα του νεοφιλελευθερισμού απαιτεί μικρότερη φορολογία και όσο λιγότερους κανόνες ρύθμισης της αγοράς – ενώ παράλληλα οι δημόσιες υπηρεσίες πρέπει να ιδιωτικοποιηθούν. Η οργάνωση της εργασίας και των συλλογικών διαπραγματεύσεων από τα συνδικάτα παρουσιάζονται ως στρεβλώσεις της αγοράς που εμποδίζουν το σχηματισμό μιας φυσικής ιεραρχίας που αποτελείται από νικητές και ηττημένους. Η ανισότητα επαναδιατυπώνεται και πλασάρεται ως αρετή: παράγει πλούτο δηλαδή, που ρέει από τα μεγάλα κεφάλια προς τα κάτω, προς την πλέμπα. Στα πλαίσια του νεοφιλελευθερισμού, όσες προσπάθειες γίνονται για τη δημιουργία μιας πιο δίκαιης κοινωνίας, είναι και αντιπαραγωγικες και ηθικά διαβρωτικές. Η αγορά – και μόνο η αγορά – εξασφαλίζει ότι ο καθένας θα πάρει αυτό που του αξίζει.
Κι εμείς εσωτερικεύουμε και αναπαράγουμε τα δόγματα της αγοράς. Οι πλούσιοι πείθουν τον εαυτό τους ότι απέκτησαν την περιουσία τους με το σπαθί τους, αξιοκρατικά, αγνοώντας επιδεικτικά την πλεονεκτική θέση στην οποία βρίσκονται – λόγω καλύτερης εκπαίδευσης, λόγω κληρονομικών και λόγω της κοινωνικής τάξης τους – πράγματα που συνετέλεσαν στο να αποκτήσουν την περιουσία που έχουν και πράγματα που δεν έχουν να κάνουν με την αξία του καθενός.
Δεν ξεκινάνε όλοι σε αυτή τη ζωή από την ίδια βάση! Για ποιες ίσες ευκαιρίες μιλάνε όσοι ευλογούν τις οικονομίες χωρών όπως η Ολλανδία ή η Αγγλία; Και όσο οι πλούσιοι θεωρούν ότι με την αξία τους κατέχουν όλα όσα κατέχουν, οι φτωχοί αρχίζουν να κατηγορούν τον εαυτό τους για τις αποτυχίες τους, ακόμα και όταν, λόγω θέσης και κοινωνικής τάξης, μπορούν να κάνουν ελάχιστα για να αλλάξουν την κατάστασή τους.
Δεν ιδρώνει κανενός το αυτί για την διαρθρωτική ανεργία: αν δεν έχεις μια δουλειά, είναι επειδή δεν έχεις επιχειρηματικό πνεύμα. Δεν ενδιαφέρει κανέναν αν το κόστος της στέγασης έχει φτάσει στα ύψη: αν η πιστωτική σου κάρτα έχει φτάσει στο όριο, είσαι ανεύθυνος και σπάταλος. Δεν πειράζει αν τα παιδιά σου δεν έχουν πλέον χώρο για να παίξουν στο σχολείο: αν πάρουν κιλά από την αγυμνασιά, θα φταις εσύ. Σε έναν κόσμο που κυριαρχεί η έννοια του ανταγωνισμού, όσοι υστερούν, όσοι μένουν πίσω, αποκαλούνται – και αυτοπροσδιορίζονται – ως χαμένοι.
Συνέπειες του συστήματος αυτού, όπως καταγράφονται στο βιβλίο του Paul Verhaeghe What About Me?, είναι οι επιδημίες αυτοτραυματισμού, οι διατροφικές διαταραχές, η κατάθλιψη, η μοναξιά, το άγχος των επιδόσεων και η κοινωνική φοβία. Έτσι, δεν αποτελεί καθόλου έκπληξη το γεγονός ότι η Βρετανία, στην οποία έχει εφαρμοστεί η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία στην ακραία μορφή της, είναι η πρωτεύουσα της μοναξιάς στην Ευρώπη.
Η ελευθερία που υπόσχεται ο νεοφιλελευθερισμός, όσο κι αν ακούγεται δελεαστική όταν εκφράζεται με γενικούς όρους, καταλήγει να σημαίνει ελευθερία για τα μεγάλα ψάρια, κι όχι για τους πολλούς. Ο νεοφιλελευθερισμός εξασφαλίζει το τοπίο ώστε να δρουν ανεξέλεγκτοι οι μεγαλοκαρχαρίες της αγοράς, να μειώνουν τους μισθούς, να μην υπολογίζουν συνδικάτα και συλλογικές συμβάσεις. Για τον νεοφιλελευθερισμό ελευθερία σημαίνει ασυδοσία για τις ελίτ, να μην υπάρχουν δηλαδή κανόνες, να μπορούν ανενόχλητα οι εταιρίες να μολύνουν τα ποτάμια, να θέτουν σε κίνδυνο τους εργαζομένους, και παράλληλα να σκαρφίζονται τους πιο εξωτικούς προορισμούς για τα χρηματοπιστωτικά τους τερτίπια. Όταν οι πλούσιοι αφήνονται σχεδόν ελεύθερα να φοροδιαφεύγουν, τότε χάνεται κάθε έννοια κατανομής του πλούτου και μαζί της χάνεται και η ευκαιρία να καταπολεμηθεί η φτώχεια.
Γνήσιοι εκφραστές του νεοφιλελευθερισμού, οι Μάργκαρετ Θάτσερ και Ρόναλντ Ρίγκαν, όταν ανέλαβαν την εξουσία, εφάρμοσαν κατά γράμμα τις επιταγές του, δηλαδή μαζικές φορολογικές απαλλαγές και περικοπές για τους πλούσιους, πλήρης αποδυνάμωση των συνδικάτων, απελευθέρωση της αγοράς από κανόνες και ρυθμίσεις, ιδιωτικοποιήσεις, outsourcing και εδραίωση του ανταγωνισμού στις δημόσιες υπηρεσίες. Με τη συμβολή του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας, της Συνθήκης του Μάαστριχτ και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, επιβλήθηκαν νεοφιλελεύθερες πολιτικές σε ένα μεγάλο μέρος του πλανήτη – συχνά χωρίς τη συναίνεση των πολιτών. Χαρακτηριστικό της παντελούς εξάπλωσης και διείσδυσης του μοντέλου ήταν η αποδοχή του από κόμματα που κάποτε ανήκαν στην αριστερά: όπως από τους Εργατικούς και τους Δημοκρατικούς.
***
Φαίνεται αρκετά παράδοξο ένα δόγμα που υπόσχεται το δικαίωμα στην επιλογή και την ελευθερία, να πρέπει να προωθείται με το σύνθημα «δεν υπάρχει καμία εναλλακτική».
Όπως καταγράφει η Naomi Klein στο βιβλίο της το Δόγμα του Σοκ, οι θεωρητικοί του νεοφιλελευθερισμού προωθούσαν τη χρήση των κρίσεων για να επιβάλουν αντιλαϊκές πολιτικές, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι σε καιρό κρίσης οι πολίτες έχουν μειωμένα αντανακλαστικά και είναι πιο εύκολο να τους χειραγωγήσεις. Παραδείγματα μπορεί να βρει κανείς στον απόηχο του πραξικοπήματος του Πινοσέτ, στον πόλεμο στο Ιράκ, αλλά και στον τυφώνα Κατρίνα, για τον οποίο ο Milton Friedman έγραψε ότι ήταν «μια εξαιρετική ευκαιρία για ριζική μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος” στη Νέα Ορλεάνη.
Όταν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές δεν μπορούν να επιβληθούν στην εγχώρια αγορά, επιβάλλονται σε διεθνές επίπεδο, μέσω των Συνθηκών Εμπορίου (trade treaties) που ενσωματώνουν κανόνες επίλυσης διαφορών ανάμεσα σε επενδυτή και κράτος. Εγκαθιδρύονται υπεράκτια δικαστήρια στα οποία οι επιχειρήσεις μπορούν να πιέσουν ώστε να αρθούν ή να παραβλεφθούν διατάξεις που εξασφαλίζουν την προστασία της κοινωνίας και του περιβάλλοντος. Όταν τα κοινοβούλια ψήφισαν νόμους για να περιορίσουν τις πωλήσεις τσιγάρων, να προστατεύσουν τις προμήθειες νερού από εταιρείες εξόρυξης, να παγώσουν τους υπερτιμημένους λογαριασμούς ενέργειας ή να εμποδίσουν τις φαρμακευτικές εταιρίες να καταληστεύουν το κράτος, οι επιχειρήσεις πέρασαν στην αντεπίθεση και κινήθηκαν δικαστικά, συχνά με επιτυχία. Έτσι η όποια δημοκρατία και η τήρηση των νόμων μετατρέπεται σε θέατρο.
Ένα άλλο παράδοξο του νεοφιλελευθερισμού είναι ότι ο παγκόσμιος ανταγωνισμός εξαρτάται από την παγκόσμια ποσοτικοποίηση και σύγκριση. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι που αναζητούν εργασία καθως και οι δημόσιες υπηρεσίες κάθε είδους, υπόκεινται σε ένα σχολαστικό και ασφυκτικό καθεστώς αξιολόγησης και παρακολούθησης, που σκοπό έχει να αναδειχθούν οι νικητές και να τιμωρηθούν οι ηττημένοι. Το δόγμα που σύμφωνα με τον Von Mises θα μας ελευθέρωνε από το γραφειοκρατικό εφιάλτη του κεντρικού σχεδιασμού, δημιούργησε στην ουσία έναν άλλο κεντρικό σχεδιασμό.
Η ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών, όπως η ενέργεια, το νερό, τα τρένα, η υγεία, η εκπαίδευση, οι οδικές αρτηρίες και οι φυλακές, επέτρεψαν στις εταιρείες να εγκαθιδρύσουν “σταθμούς διοδίων” για κάθε βασικό αγαθό που κατείχαν υπό τον έλεγχο τους, και να χρεώνουν νοίκι σε πολίτες και πολιτεία για τη χρήση των αγαθών αυτών. Ενοίκιο είναι ένας άλλος όρος για να ονομάσει κανείς τα μη δεδουλευμένα έσοδα των επιχειρήσεων. Όταν πληρώνουμε διογκωμένη τιμή για ένα εισιτήριο τρένου, μόνο ένα μέρος του αντιτίμου του εισιτηρίου αποζημιώνει τα αφεντικά για τα χρήματα που δαπανούν για καύσιμα, μισθούς και άλλες δαπάνες. Το υπόλοιπο, το υπερκέρδος, είναι τρανταχτή απόδειξη ότι οι εργοδότες κάνουν ότι θέλουν ενώ οι καταναλωτές και οι εργαζόμενοι αποδέχονται μια άδικη κατάσταση χωρίς να μπορούν να αντιδράσουν ουσιαστικά.
Εκείνοι που κατέχουν και διευθύνουν τις ιδιωτικοποιημένες ή ημι-ιδιωτικοποιημένες υπηρεσίες του Ηνωμένου Βασιλείου, κάνουν απίστευτες περιουσίες επενδύοντας ελάχιστα και χρεώνοντας πολλαπλά.
Καθώς οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι, οι πλούσιοι αποκτούν αυξανόμενο έλεγχο πάνω σε ένα ακόμη κρίσιμο περιουσιακό στοιχείο: το χρήμα. Οι πληρωμές των τόκων, κατά συντριπτική πλειοψηφία, συνιστά μεταφορά χρημάτων από τους φτωχούς στους πλούσιους. Οι τιμές των ακινήτων και παράλληλα η απόσυρση της κρατικής χρηματοδότησης, έχουν ως αποτέλεσμα να φορτώνεται ο πολίτης με χρέος (σκεφτείτε τη μετάβαση από σπουδαστικές υποτροφίες σε φοιτητικά δάνεια), οι τράπεζες και τα στελέχη τους έρχονται να τα σκουπίσουν όλα.
Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές ταλανίζονται παντού από τις αποτυχίες της αγοράς. Δεν είναι μόνο οι τράπεζες που έχουν γίνει πολύ μεγάλες για να αφεθούν να χρεωκοπήσουν, αλλά το ίδιο συμβαίνει σήμερα και με τις επιχειρήσεις που έχουν αναλάβει την παροχή δημόσιων υπηρεσιών. Όπως ο Τόνι Τζαντ επισημαίνει στο βιβλίο Ill Fares The Land, o Hayek ξέχασε να πει ότι οι κρατικές υπηρεσίες ζωτικής σημασίας δεν γίνεται να αφεθούν να καταρρεύσουν, πράγμα που σημαίνει ότι ο ανταγωνισμός δεν μπορεί να λειτουργήσει. Οι επιχειρήσεις παίρνουν τα κέρδη, ενώ το κράτος αναλαμβάνει το ρίσκο.
Ίσως η πιο επικίνδυνη απόρροια του νεοφιλελευθερισμού δεν είναι οι οικονομικές κρίσεις που προκάλεσε, αλλά η πολιτική κρίση. Καθώς ο τομέας του δημοσίου μειώνεται, μαζί του μειώνεται και η δυνατότητα των πολιτών να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους μέσω της ψήφου. Αντ ‘αυτού, σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη θεωρία, οι άνθρωποι μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμα της ελεύθερης επιλογής, της ψήφου δηλαδή, ξοδεύοντας χρήματα και καταναλώνοντας. Φυσικά, κάποιοι έχουν περισσότερα να ξοδέψουν από κάποιους άλλους: στη δημοκρατία του καταναλωτή ή του μετόχου, δεν έχουμε όλοι ίσα δικαιώματα στην ψήφο. Κι έτσι αποδυναμώνονται οι φτωχοί και η μεσαία τάξη.
Όταν κόμματα της δεξιάς και της πρώην αριστεράς υιοθετούν παρόμοιες νεοφιλελεύθερες πολιτικές, η αποδυνάμωση μερίδας του κόσμου ισοδυναμεί με στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων. Γι’ αυτό και ένας πολύ μεγάλος αριθμός ανθρώπων δεν ασχολείται πλέον με την πολιτική.
Οι λέξεις που χρησιμοποιούνται από τους εκφραστές του νεοφιλελευθερισμού συχνά κρύβουν περισσότερα από όσα φανερώνουν. “Η αγορά” ακούγεται σαν ένα φυσικό φαινόμενο που επιδρά επάνω σε όλους με τον ίδιο τρόπο, όπως η βαρύτητα ή η ατμοσφαιρική πίεση. Δεν υπάρχει όμως τίποτα το φυσικό, τουναντίον η αγορά χαρακτηρίζεται απόλυτα από σχέσεις εξουσίας. Το «τι θέλει η αγορά» ταυτίζεται με αυτό που θέλουν οι εταιρείες και τα αφεντικά τους. «Επενδύσεις», όπως σημειώνει ο Sayer, σημαίνουν δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα. Το ένα είναι η χρηματοδότηση παραγωγικών και κοινωνικά χρήσιμων δραστηριοτήτων. Το άλλο είναι η απόκτηση των υφιστάμενων περιουσιακών στοιχείων με σκοπό να απομυζήσουν τα ενοίκια, τους τόκους, τα μερίσματα και τα υπερκέρδη. Χρησιμοποιώντας την ίδια λέξη για δύο εντελώς διαφορετικές δραστηριότητες “καμουφλάρονται οι πηγές του πλούτου», με αποτέλεσμα ο κόσμος να συγχέει την απόσπαση πλούτου με τη δημιουργία πλούτου.
Ο θρίαμβος του νεοφιλελευθερισμού αντικατοπτρίζει επίσης την αποτυχία της αριστεράς. Όταν οι οικονομικές πολιτικές του laissez-faire οδήγησαν σε καταστροφή το 1929, ο Κέινς επινόησε μια ολοκληρωμένη οικονομική θεωρία για να τις αντικαταστήσει. Όταν η κεϋνσιανή θεωρία της διαχείρισης της ζήτησης έληξε άδοξα στη δεκαετία του ’70, υπήρχε έτοιμη μια εναλλακτική λύση. Αλλά όταν ο νεοφιλελευθερισμός κατέρρευσε το 2008, δεν υπήρχε καμία εναλλακτική έτοιμη να τον αντικαταστήσει. Γι ‘αυτό το ζόμπι του νεοφιλελευθερισμού περπατά ακόμη. Ο χώρος της αριστεράς και του κέντρου δεν δημιούργησε κανένα νέο γενικό πλαίσιο οικονομικής σκέψης εδώ και 80 χρόνια.
Πηγή: The Guardian
Διαβάστε και αυτό το άρθρο: Neoliberalism has brought out the worst in us – by
Be the first to comment